χρυσοκαλλίας
Look at other dictionaries:
χρυσοκαλλίας — χρυσοκαλλίᾱς , χρυσοκαλλίας masc acc pl χρυσοκαλλίᾱς , χρυσοκαλλίας masc nom sg (attic epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χρυσοκαλλίας — ου, ὁ, Α 1. το φυτό ανθεμίς 2. το φυτό παρθένιο … Dictionary of Greek
χρυσοκαλλίαν — χρυσοκαλλίᾱν , χρυσοκαλλίας masc acc sg (attic epic doric aeolic) χρυσοκαλλίας masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)